Αυτός δεν είναι …συνδικαλισμός! Είναι «αρρώστια»

Ο συνδικαλιστικός ακτιβισμός έχει μια λογική και την υποτιθέμενη δυναμική να μην υπακούει στη νομιμότητα και στους κανόνες. Είναι μια αντίληψη «αρρωστημένη», που δυστυχώς εμφανίζεται αρκετά χρόνια τώρα. Πρόκειται για την υλοποίηση της αυτοδικίας σε συλλογική δραστηριότητα. Κάποιοι επεδίωξαν σταδιοδρομικές εξασφαλίσεις καιεξισωτικό σφετερισμό εξουσίας, μετατρέποντας τη μαχητικότητα σε αυθάδεια και αλαζονεία, εθισμένοι στις φραστικές υπερβολές και στις ακρότητες της υλικής και ψυχολογικής βίας.

2. Είδαμε στο παρελθόν συνδικαλιστές να εισβάλλουν στην αίθουσα συνεδρίασης Δ.Σ. και με τη χρήση φυσικής αλλά και λεκτικής βίας να διακόπτουν τη συνεδρίαση και τη λήψη αποφάσεων. Και την πολιτεία-κοινωνία να ανέχονται τις εν λόγω πράξεις και την παράνομη βία, αλλά και το σοβαρότερο, όταν οι εκπρόσωποι των συνδικαλιστικών φορέων κατηγορούνται και «κάθονται στο εδώλιο του κατηγορουμένου» για υπεξαίρεση μεγάλων χρηματικών ποσών, να μην παρίσταται ο φορέας τους (εργοδοσία) ως πολιτική αγωγή, δίνοντας έτσι συγχωροχάρτι στις παράνομες δραστηριότητες και στη λεηλασία του δημοσίου χρήματος. Επίσης είδαμε συνδικαλιστές να «ξεβρακώνουν» συναδέλφους τους και να καταστρέφουν περιουσιακά στοιχεία, με τη χρήση μάλιστα «όπλων» και αυτό να θεωρείται περίπου «κανονικό» και ανεκτό. Είδαμε γενικά τη χρήση παράνομης βίας και πράξεις αυτοδικίας, όπως αυτές των πάσης φύσεως καταλήψεων, του αποκλεισμού-κλεισίματος δρόμων κ.λ.π. Ενδεχομένως σε κάποιες περιπτώσεις μια ιδιότυπη «συναλλαγή» κάτω από το τραπέζι να ενθαρρύνει και να δικαιολογεί την συνδικαλιστική αυθάδεια και αυτοδικία.

3. Ακόμη διαβάσαμε καταγγελίες (Α.Κί.ΔΑ.) ότι ιδίως:
α. Παραβιάζονται οι Κανονισμοί με στόχο την εξυπηρέτηση προσωπικών συμφερόντων του ίδιου του συνδικαλιστή,
β. Αναπτύσσονται δημόσιες σχέσεις, οι οποίες αναμένεται να διευκολύνουν την επαγγελματική ανέλιξη του συνδικαλιστή σε βάρος άλλων συναδέλφων (αποσπάσεις, προαγωγές, μεταθέσεις, βαθμολογίες κ.λ.π.),
γ. Επιχειρείται η «πώληση» του δικαιώματος του συναδέλφου ως δήθεν εξυπηρέτηση με συνακόλουθο την υποταγή και τον εξευτελισμό της αξιοπρέπειας αυτού,
δ. Βασιλεύει το τάξιμο και το ρουσφέτι για την εξυπηρέτηση του «δικού μας» σε βάρος όλων των υπολοίπων,
ε. Επισείονται ο εκφοβισμός και οι απειλές ότι, αν φύγετε από το κομματικό μαντρί, θα κινδυνεύσετε ή δεν θα ικανοποιηθείτε,
στ. Παρατηρείται η εξαφάνιση και η επανεμφάνιση κάθε τριετία (χρονιά εκλογών) κάποιων «συνδικαλιστών», για την εξυπηρέτηση προσωπικών και κομματικών συμφερόντων και σκοπιμοτήτων,κ.λ.π.

4. Δυστυχώς τις εν λόγω παθογένειες δεν άργησε να μιμηθεί και ο «ένστολος» συνδικαλισμός. Ευτυχώς όμως σε μικρότερη έκταση. Με θλίψη παρατηρούμε το «ξεκατίνιασμα» τελευταία στις συνδικαλιστικές εκλογές κάποιων σωματείων των «ένστολων», αλλά και μεταξύ των παρατάξεων, αφού δυστυχώς τελευταία καταργήθηκε το ενιαίο ψηφοδέλτιο και καθιερώθηκαν τα παραταξιακά ψηφοδέλτια, τα οποία επέτειναν τις πάσης φύσης «αντιπαλότητες». Βλέπουμε λοιπόν το τελευταίο διάστημα καταγγελίες για συνδικαλιστικά «πραξικοπήματα» και αποκλεισμό μελών από τις εκλογικές διαδικασίες, για πλαστογραφήσεις δηλώσεων συμμετοχής υποψηφίων, για ένταση και φωνασκίες στα δικαστήρια, για ασφαλιστικά μέτρα και αμφισβητούμενες συνδικαλιστικές δαπάνες κ.ο.κ.


5. Διαπιστώνουμε τελευταία επίσης, μια «ρητορική» προς τους εκπροσώπους της διοίκησης, η οποία ξεπέρασε τα όρια της άσκησης κριτικής και καταγγελίας των ενεργειών και παραλείψεων αυτής και έλαβε τη μορφή και το χαρακτήρα της προσωπικής «προσβολής και υποτίμησης» της ιεραρχίας με εκφράσεις που συνιστούν τουλάχιστον κακόπιστη άσκηση κριτικής και εξύβριση των συγκεκριμένων προσώπων που την εκπροσωπούν (άρθρο 10 παρ.1 περ. ιδ΄ του π.δ. 120/2008 και 361 επ. Π.Κ.). Προσέλαβε δε ακόμη και τον χαρακτήρα των απαράδεκτων και αβάσιμων μηνύσεων εναντίον αστυνομικών (ένα είδος Κράμερ εναντίον Κράμερ). Ξεπέρασε δηλαδή τα όρια που επιβάλλουν η ιδιομορφία των καθηκόντων τους και η αποστολή, καθώς και ο εθνικός, κοινωνικός και υπερκομματικός χαρακτήρας της Ελληνικής Αστυνομίας (ν.2265/1994). Και το λυπηρό είναι, ότι παρατηρείται μια ιδιότυπη αδράνεια και ανεκτικότητα σε τέτοιες συμπεριφορές, με αποτέλεσμα αυτές να πολλαπλασιάζονται και να θεωρούνται περίπου ως «φυσιολογικές».

6. Παρατηρήσαμε τέλος πρόσφατα, «αστυνομικό» σωματείο να χαρακτηρίζει σε ανακοίνωσή του, με την εικόνα του Αρχηγού της Αστυνομίας σε γκρίζα απόχρωση, διαταγή του ως «άδικη και μικρόψυχη». Και εδώ τίθεται το ερώτημα: Μπορεί η διαταγή να είναι μικρόψυχη; Προφανώς μια διαταγή μπορεί κάποιος να τη θεωρήσει άδικη και να την καταγγείλει ως τέτοια. Δεν μπορεί να τη χαρακτηρίσει μικρόψυχη. Οι διαταγές δεν έχουν ψυχή. Ψυχή έχουν τα φυσικά πρόσωπα που τις εκδίδουν. Κατά συνέπεια ο χαρακτηρισμός αυτής ως «μικρόψυχης» αντανακλά ευθέως στο πρόσωπο του οργάνου που την εξέδωσε. Στην ουσία δηλαδή είναι αυτό το πρόσωπο που χαρακτηρίζεται ως «μικρόψυχο» και αποτελεί στην ουσία, σε συνδυασμό με τη γκρίζα απόχρωση, ευθεία (από πρόθεση) προσβολή και υποτίμησή του. Τελικά μήπως αυτή είναι «μικρόψυχη» συνδικαλιστική πρακτική;;;

Το κείμενο αναρτήθηκε στη σελίδα στο fb του policenews.gr από τον Αντιστράτηγο ΕΛ.ΑΣ. ε.α. κ. Ν. Μπλάνη*

Νικόλαος Αθ. Μπλάνης
Αντιστράτηγος Αστυνομίας ε.α.
Επίτιμος Προϊστάμενος Κλάδου Οργάνωσης
και Ανθρώπινου Δυναμικού Α.Ε.Α./Υ.Δ.Τ.
Πτυχιούχος Νομικής Σχολής Αθηνών