Υπό ασφυκτική πίεση χρόνου λειτουργούν οι δικαστικές αρχές, που κατά κύριο λόγο οφείλεται στην πιθανότητα να παρέλθει το ανώτατο όριο προσωρινής κράτησης των κατηγορουμένων για την υπόθεση της σπείρας με τους 160+1 αλλοδαπούς από τη Γεωργία που φέρονται να είχαν κυριολεκτικά «ρημάξει» κεντρικές γειτονιές της πρωτεύουσας (με πολυάριθμες ληστείες και κλοπές στο ενεργητικό της) καθώς το αρμόδιο δικαστήριο δεν πρόλαβε ακόμα να εκδικάσει την υπόθεση
Η δικογραφία από το 2016 με τα εκατοντάδες μέλη της οργάνωσης δεν κατάφερε να φτάσει στο δικαστήριο καθώς ακόμα δεν έχει προσδιοριστεί ενώ ο κίνδυνος οι κατηγορούμενοι να βρεθούν εκτός φυλακής δίχως ποτέ να τους αποδοθεί ποινή για τις εγκληματικές τους πράξεις είναι πιο κοντά από ποτέ, καθώς μετά τις εορτές και συγκεκριμένα στις 10 Ιανουαρίου εκπνέει το προβλεπόμενο από τον νόμο 18μηνο για την προφυλάκιση τους.
Σημειώνεται εδώ ότι οι κατηγορούμενοι είχαν απολογηθεί στις 10 Μαΐου του 2017 και οι περισσότεροι εξ αυτών είχαν προφυλακιστεί.
Όπως διαβάζουμε στη διαβιβαστικό που έχει στη διάθεση του το ereportaz:
«Οι κατηγορούμενοι κρίνονται από την Υπηρεσία μας, ως άτομα εξαιρετικά επικίνδυνα για την δημόσια τάξη και ασφάλεια και η έρευνα της Υπηρεσίας μας καταδεικνύει ότι πρόκειται για τον πυρήνα οργάνωσης η δράση της οποίας, είναι υπεύθυνη για την πλειονότητα των διαρρήξεων κυρίως στην περιοχή της Αττική.»
Ωστόσο, εντός των επόμενων ημερών οι συγκεκριμένοι άνθρωποι που χαρακτηρίστηκαν άλλοτε ως «εξαιρετικά επικίνδυνοι» από τις αρμόδιες Αρχές, θα βρεθούν ελεύθεροι όπως φαίνεται από την εξέλιξη της υπόθεσης.
Δήλωση του δικηγόρου Στάθη Μητσοκάλη
«Όπως αναφέρει η αστυνομία, η υπόθεση αυτή αφορά την πλειονότητα των διαρρήξεων που έλαβαν χώρα τα τελευταία χρόνια στην περιοχή της Αττικής. Παρολαυτά όμως η αστυνομία -προσπαθώντας να τιμωρήσει όσο περισσότερο όσους περισσότερους (μέσω μίας υπερβολικής συσχέτιση άσχετων υποθέσεων)- αυτό που πέτυχε τελικά είναι σε λίγες ημέρες (λόγω παρέλευσης δεκαοχταμήνου) να αποφυλακίζονται, χωρίς καν να δικαστούν, ακόμα και όσοι από αυτούς πραγματικά ευθύνονται για κακουργηματικές πράξεις».
Ζαλίζει το οικονομικό όφελος που αποκόμισαν οι διαρρήκτες
Όπως προέκυψε, οι κατηγορούμενοι, στην συντριπτική τους πλειοψηφία Γεωργιανοί, από το έτος 2010 είχαν συστήσει και ενταχθεί σε εγκληματική οργάνωση με διαρκή και δομημένη δράση και με διαφορετική κάθε φορά σύνθεση των μελών της, διέπρατταν συστηματικά και κατ’ εξακολούθηση, κλοπές οικιών, αλλά και ληστείες σε βάρος των ηλικιωμένων ενοίκων των οικιών, στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής. Εκτιμάται ότι, το οικονομικό όφελος που αποκόμισε το δίκτυο διαρρηκτών, στο πλαίσιο της εγκληματικής του δραστηριότητας, ξεπερνά το ποσό των δύο εκατομμυρίων ευρώ.
Κατά τη διάρκεια των κλοπών, τουλάχιστον δύο μέλη της οργάνωσης επιτηρούσαν εξωτερικά την οικία, ενώ άλλο μέλος που βρισκόταν μέσα συνομιλούσε διαρκώς στο τηλέφωνο με τους «τσιλιαδόρους» για να έχει άμεση ενημέρωση αν πλησίαζε κάποιος από τους ενοίκους ή τις αστυνομικές Αρχές. Τα μέλη της σπείρας κατείχαν ιδιαίτερη τεχνογνωσία και εξειδίκευση στους διαφόρους τύπους κλειδαριών, επιλέγοντας τα απαραίτητα εργαλεία που απαιτούνται για τη διάρρηξη της θύρας.
Από τα σπίτια αφαιρούσαν κυρίως χρήματα, χρυσαφικά, ασημικά, ρολόγια, φορητούς ηλεκτρονικούς υπολογιστές και κινητά τηλέφωνα, μέρος των οποίων έστελναν σε χώρες του εξωτερικού. Στις περιπτώσεις των ληστειών, οι κακοποιοί επέλεγαν οικίες που διέμεναν κυρίως ηλικιωμένα άτομα και δρούσαν τις πρώτες πρωινές ώρες, προκειμένου τα υποψήφια θύματά τους να κοιμούνται και να μην είναι σε θέση να αντιδράσουν. Εκρυβαν τα χαρακτηριστικά τους με κουκούλες και γάντια και αφού εισέρχονταν στις οικίες, ακινητοποιούσαν τα θύματά τους χρησιμοποιώντας σωματική βία και τα εξανάγκαζαν να τους υποδείξουν σημεία με χρήματα και τιμαλφή.
Το ορμητήριο στην πλατεία Βικτωρίας
Σύμφωνα με την αστυνομική έρευνα, προέκυψε ότι μεγάλος αριθμός των μελών της οργάνωσης, χρησιμοποιούσαν ως χώρο συγκέντρωσης- ορμητήριο την Πλατεία Βικτωρίας στο κέντρο της Αθήνας, ενώ συγκεντρώσεις των μελών της οργάνωσης ελάμβαναν χώρα και σε διαμερίσματα στην περιοχή του Αγίου Παντελεήμονα. Ακόμη, τα κλοπιμαία διοχετεύονταν είτε στην περιοχή του Ελαιώνα σε συγκεκριμένα μέλη της οργάνωσης προς άμεση μεταπώληση, είτε σε ενεχυροδανειστήρια στο κέντρο της Αθήνας, ενώ τα αφαιρεθέντα χρηματικά ποσά διοχετεύονταν απευθείας στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στη Γεωργία, μέσω εταιριών μεταφοράς χρημάτων.
Η Υπηρεσία διεξήγαγε έτσι έρευνες σε διαμερίσματα και οικίες μελών της οργάνωσης παρουσία δικαστικών λειτουργών καθώς και ελέγχους σε δύο ενεχυροδανειστήρια στο κέντρο των Αθηνών όπου κατασχέθηκαν: τεράστιος όγκος κλοπιμαίων (κοσμήματα, φορητοί ηλεκτρονικοί υπολογιστές, κινητά τηλέφωνα, tablet κλπ), πιστόλια,- ρέπλικες, πλήθος διαρρηκτικών εργαλείων, χάρτες- σχεδιαγράμματα, αποδείξεις μεταφορά χρημάτων και κλειδαριές ασφαλείας, καθώς και κλειδιά “passe a par tout” που χρησιμοποιούνταν από μέλη της οργάνωσης για «εκπαίδευση».