Την πόρτα του Εισαγγελέα περνούν την Πέμπτη (17/7) οι πέντε συλληφθέντες για τη δολοφονία του Πολωνού καθηγητή στην Αγία Παρασκευή.
Πρόκειται για την 43χρονη πρώην σύζυγο του θύματος, τον 35χρονο νυν σύντροφό της, δύο Αλβανούς και έναν Βούλγαρο. Οι τρεις αλλοδαποί κατηγορούνται για συνέργεια, φυσικός αυτουργός θεωρείται ο σύντροφος της πρώην συζύγου του καθηγητή και ηθικός αυτουργός η Ελληνίδα πρώην σύζυγος.
Τόσο ο σύντροφος όσο και οι τρεις αλλοδαποί έχουν ομολογήσει την εμπλοκή τους στο έγκλημα ενώ η πρώην σύζυγός εξακολουθεί να αρνείται τις κατηγορίες.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το σχέδιο για τη δολοφονία φαίνεται να δρομολογήθηκε μετά την απόφαση ενός δικαστηρίου που έχασε η πρώην σύζυγος του καθηγητή. Συγκεκριμένα το δικαστήριο έκρινε ότι ο καθηγητής θα μπορούσε να παίρνει τα δύο παιδιά που είχε με την πρώην σύζυγό του στο εξωτερικό.
Έκτοτε, η πρώην σύζυγος φέρεται να συζητούσε με τον σύντροφό της τρόπο να βρουν λύση ώστε να μην μπορεί να γίνει αυτό. Σύμφωνα με την ΕΡΤ εκτός από τη διαμάχη για τα παιδιά μεταξύ τους υπήρχαν και οικονομικές διαφορές από δύο εταιρείες που είχαν στήσει μαζί στην Αμερική, όταν ήταν ζευγάρι.
«Κατάλαβα ότι έπρεπε να τον βγάλω από τη μέση»
«…Κατάλαβα ότι έπρεπε να τον βγάλω από τη μέση όταν το δικαστήριο αποφάσισε να πάρει για ένα μήνα αυτός τα παιδιά της συντρόφου μου και φοβήθηκα ότι δεν θα τα επέστρεφε ποτέ πίσω και θα εξαφανιζόταν. Έψαχνα να βρω ένα όπλο και την ομάδα που θα με βοηθούσε στη δολοφονία. Το βασικό ήταν να βρω τα πρόσωπα που θα με βοηθούσαν. Από έναν πρώην αστυνομικό που ήμασταν μαζί στο στρατό ήρθα σε επαφή με κάποια άτομα στο Ναύπλιο. Πήγα και τους βρήκα και τους είπα αρχικά ότι θα τους δώσω χρήματα για να εκφοβήσουν μέσω ξυλοδαρμού τον πρώην σύζυγο της συντρόφου μου».
Ο εκτελεστής υποστήριξε ότι αρχικά έδωσε στα άτομα αυτά 2.000 ευρώ και συμφωνήσανε ένα άτομο να μείνει στο Ναύπλιο με το αυτοκίνητο και το κινητό του τηλέφωνο, κάνοντας διάφορες διαδρομές για να έχει ο δράστης άλλοθι, ενώ ο εκτελεστής με τα υπόλοιπα άτομα ήρθαν στην Αθήνα.
Η διαδρομή του θανάτου
Αρχικά πήγαν σε μία εταιρεία ενοικίασης αυτοκινήτων, με τον εκτελεστή να νοικιάζει μία Porsche Cayenne και να κατευθύνονται προς το Χαϊδάρι, όπου εκείνη την ώρα βρίσκονταν στο γραφείο ενός παιδοψυχολόγου το θύμα, η πρώην σύζυγος και τα παιδιά. Το αρχικό του σχέδιο προέβλεπε να γίνει η δολοφονία εκεί, όμως την τελευταία στιγμή αναβλήθηκε και ζήτησε από τους συνεργούς του να κατευθυνθούν όλοι μαζί στην Αγία Παρασκευή.
Έστησε καρτέρι περιμένοντας το θύμα του και μόλις τον είδε, τον πυροβόλησε, πέταξε το όπλο και το μπουφάν σε έναν κάδο σκουπιδιών, με λεωφορείο κατευθύνθηκε στο Σύνταγμα και από εκεί με ταξί επέστρεψε στο Ναύπλιο.
Οι συνεργοί του ισχυρίζονται ότι δεν γνώριζαν τίποτα για τη δολοφονία και ότι αυτοί γνώριζαν μόνο ότι θα ξυλοκοπούσαν το θύμα. Αμέσως μετά άρχισαν να τον εκβιάζουν ότι θα τα πουν όλα στην Αστυνομία και εκείνος τους είπε ότι θα τους δώσει πολλά χρήματα για να κρατήσουν το στόμα τους κλειστό.
Τι υποστηρίζει η σύντροφος του δράστη
«…Η Ν. πληρώνει καλά, έχει πολλά λεφτά και θα σας δώσει» φέρεται να έλεγε ο εκτελεστής στους συνεργούς του.
Η πρώην σύζυγος του θύματος κρατά αρνητική στάση και δηλώνει ότι δεν γνώριζε τίποτα για τη δολοφονία, με τον εκτελεστή να μην θέλει να αναφερθεί καθόλου στη σύντροφό του και να αναφέρει μονάχα τη φράση «αφήστε τη, πρέπει να μείνει και με τα παιδιά, δεν πρέπει να μείνουν μόνα τους τα παιδιά».
Οι Αρχές πάντως έχουν βάσιμες αμφιβολίες για τη θέση που κρατά η πρώην σύζυγος του θύματος και εκτιμούν ότι θα ήταν αδύνατον να είχε στήσει ένα τέτοιο σχέδιο ο εκτελεστής χωρίς αυτή να μην γνώριζε κάτι. Πάντως αυτό είναι ένα κομμάτι της έρευνας το οποίο δεν έχει κλείσει ακόμη και θα συνεχιστεί διεξοδικά από τις δικαστικές Αρχές.