Eπιχείρηση «μαμούθ» της Αστυνομίας σε «φάμπρικα» διακίνησης μεταναστών – Κέρδη πάνω από 9 εκατ. ευρώ

Ο τρόπος λειτουργίας της μεγαλύτερης εγκληματικής οργάνωσης διακίνησης μεταναστών στην Ελλάδα – Εφόδους σε περισσότερα από 100 σπίτια και καταστήματα πραγματοποίησε η Αστυνομία

Η Ελληνική Αστυνομία κατάφερε να εξαρθρώσει το μεγαλύτερο κύκλωμα παράνομης διακίνησης μεταναστών και πλαστογράφησης ταξιδιωτικών εγγράφων στην Ελλάδα με εκατομμύρια ευρώ κέρδη.

Συμμετείχαν 200 αστυνομικοί σε Αττική, Θεσσαλονίκη και Ηλεία, οι οποία κατάφεραν να «πιάσουν» 41 μέλη της οργάνωσης ενώ στη δικογραφία που σχηματίστηκε περιλαμβάνονται και άλλα 55 άτομα.

Σοκαριστικοί οι αριθμοί

Σύμφωνα με την Αστυνομία, η εγκληματική οργάνωση από τα μέσα του 2022 που διαπιστώθηκε ότι συγκροτήθηκε, εξασφάλισε έσοδα που ξεπερνούν τα 9 εκατομμύρια ευρώ.

Παράλληλα εξακριβώθηκε ότι μέσα σε αυτούς του μήνες διακινήθηκαν τουλάχιστον 2.322 αλλοδαποί από και προς την Ελλάδα, ενώ εκδόθηκαν περισσότερα από 2.500 νομιμοποιητικά έγγραφα και καταρτίστηκαν πάνω από 8.000 πλαστά ταξιδιωτικά έγγραφα.

Από την αστυνομική έρευνα εντοπίστηκαν 5 πλήρη εργαστήρια κατασκευής πλαστών εγγράφων και 12 διαμερίσματα φιλοξενίας των υπό αναχώρηση αλλοδαπών. Μάλιστα κατά τις εφόδους των αστυνομικών εντοπίστηκαν και συνελήφθησαν περισσότεροι από 80 αλλοδαποί οι όποιοι ήταν έτοιμοι να αναχωρήσουν από την ελληνική επικράτεια.

Σημαντικό στην αποδόμηση της εγκληματικής οργάνωσης είναι και το γεγονός ότι εξακριβώθηκε η ροή του παράνομου χρήματος με την ταυτοποίηση πλήρως του δικτύου «hawala» της οργάνωσης, αποτελούμενο από 21 καταστήματα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.

Η έρευνα της Αστυνομίας

Την υπόθεση ανέλαβε το Τμήμα Δημόσιας Ασφάλειας της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Αθηνών της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής.

Το κύκλωμα δραστηριοποιούνταν στην παράνομη διακίνηση μεταναστών από τρίτες χώρες στην Ελλάδα και μετέπειτα σε ευρωπαϊκές χώρες, καθώς και στην κατάρτιση πλαστών και στη νόθευση ταξιδιωτικών εγγράφων.

Στο πλαίσιο εκτεταμένης αστυνομικής επιχείρησης που πραγματοποιήθηκε σε Αττική, Θεσσαλονίκη και Ηλεία, συνελήφθησαν συνολικά 41 μέλη της οργάνωσης κατηγορούμενοι για τα –κατά περίπτωση- αδικήματα της εγκληματικής οργάνωσης, πλαστογραφίας και πλαστογραφίας πιστοποιητικών κατ’ επάγγελμα, κατά συναυτουργία και κατ’ εξακολούθηση, παράβαση των νομοθεσιών περί αλλοδαπών, περί όπλων και ναρκωτικών, της πρόληψης και καταστολής της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, του Εθνικού Τελωνιακού Κώδικα, καθώς και για τα αδικήματα της υφαρπαγής ψευδούς βεβαίωσης, ψευδούς βεβαίωσης και νόθευσης, αρπαγής και εκβίασης.

Επιπλέον, στη δικογραφία που σχηματίστηκε περιλαμβάνονται ακόμη 55 άτομα.

Οι αμοιβές και ο ρόλος των μελών

Όπως προέκυψε από την έρευνα, τουλάχιστον από τα μέσα του 2022, διαπιστώθηκε η συγκρότηση της εγκληματικής οργάνωσης, η οποία είχε διαρκή και δομημένη δράση, ιεραρχική δομή και διακριτούς ρόλους, με σκοπό την αποκόμιση παράνομου περιουσιακού οφέλους, που κυμαινόταν ανάλογα με τη μέθοδο διακίνησης από 600 έως 10.000 ευρώ κατ’ άτομο.

Για τον σκοπό αυτό δραστηριοποιούνταν επιπλέον και στην κατάρτιση πλαστών ταξιδιωτικών εγγράφων, με τα οποία προμήθευαν τους διακινούμενους αλλοδαπούς.

Για τη μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητάς τους, κάθε μέλος είχε αναλάβει ανάλογο ρόλο και συγκεκριμένα:

-ο αρχηγός της εγκληματικής ομάδας έδινε τις εντολές υπό τις οποίες λειτουργούσαν τα υπόλοιπα μέλη,

-ο υπαρχηγός δεχόταν τις οδηγίες που μεταβίβαζε άμεσα στα υπόλοιπα μέλη, ενώ είχε και τον ρόλο του «εγγυητή – ταμεία» της οργάνωσης,

-25 μέλη (πλαστογράφοι) είχαν το ρόλο να καταρτίζουν πλαστά έγγραφα, covidtest, boardingpass κλπ.,

-28 μέλη (μεταφορείς και συνοδοί) είχαν το ρόλο να δίνουν οδηγίες και να μεταφέρουν τους διακινηθέντες αλλοδαπούς,

-7 μέλη– εκμισθωτές κατοικιών,

-3 μέλη είχαν το ρόλο ανεύρεσης ενδιαφερόμενων αλλοδαπών,

-15 μέλη (εγγυητές – ταμίες) είχαν το ρόλο να κρατούν και να διαχειρίζονται τα χρηματικά ποσά που λάμβαναν από τους διακινηθέντες αλλοδαπούς ή από έτερα μέλη της οργάνωσης, όντας ιδιοκτήτες ή υπάλληλοι καταστημάτων και

-15 περιφερειακά μέλη, στα οποία ανατίθονταν διάφορα καθήκοντα, ανάλογα με τις απαιτήσεις των υπόλοιπων μελών.

Πώς λειτουργούσε το κύκλωμα

Ως προς τον τρόπο δράσης τους (modus operandi), τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης:

-προσέφεραν στους ενδιαφερόμενους πληθώρα επιλογών τόσο ως προς τρόπο μεταφοράς όσο και ως προς τον προορισμό σε χώρα της Ευρώπης,

-διακινούσαν τα χρηματικά ποσά μέσω του συστήματος «HAWALA».

-χρησιμοποιούσαν επίσης τη μέθοδο LOOK – ALIKE, δηλαδή χρήση ταξιδιωτικών εγγράφων που η φωτογραφία που έφεραν προσομοίαζε με τα χαρακτηριστικά των διακινούμενων και

-παρείχαν καταλύματα στους υπό διακίνηση αλλοδαπούς έναντι χρηματικών αμοιβών που κατέβαλαν σε ημερήσια ή μηνιαία βάση και ανέρχονταν περίπου στα 150 ευρώ κατ’ άτομο. Για να -προσελκύσουν περισσότερους «πελάτες», τα εν λόγω καταλύματα διαφημίζονταν σε ομάδες – σελίδες σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης.

Παράλληλα, λάμβαναν ιδιαίτερα μέτρα αντιπαρακολούθησης χρησιμοποιώντας τηλεφωνικές συσκευές, καταχωρημένες σε ονόματα ανύπαρκτων αλλοδαπών (αχυράνθρωποι) ενώ μιλούσαν με κωδικοποιημένο τρόπο ώστε να μην γίνονται αντιληπτοί από τις διωκτικές αρχές.

Οι φράσεις «κλειδιά»

Χαρακτηριστικές λέξεις φράσεις που χρησιμοποιούσαν ήταν Ναφαράτ/ Ντομάτες / Φαλάφελ που σήμαινε Πελάτης – αλλοδαπός που ενδιαφερόταν για επιτάχυνση έκδοσης ταξιδιωτικών εγγράφων, Μάστορας = Πλαστογράφος, Βιβλίο / Τετράδιο= Διαβατήριο, Κατηγορία Α’= Καλής ποιότητας πλαστό έγγραφο και Κατηγορία Β’= Κακής ποιότητας πλαστό έγγραφο.

Αφού εντόπιζαν τους «υποψήφιους πελάτες», χρησιμοποιούσαν διαφορετικούς τρόπους διακίνησης και συγκεκριμένα με αεροπλάνο ή διακίνηση πεζή ή με τη χρήση οχήματος.

Η πρώτη μέθοδος, γινόταν μέσω αεροπορικών πτήσεων σε χώρες – πόλεις του προορισμού τους, κλείνοντας 2 αεροπορικά εισιτήρια, το ένα για χώρα επιλογής του στην Ευρώπη και το έτερο εισιτήριο με προορισμό πόλη ή νησί της Ελλάδας.

Παράλληλα τους εφοδίαζαν με παρόμοια διαβατήρια (μέθοδος look – alike) ενώ οι υπό διακίνηση αλλοδαποί λάμβαναν οδηγίες από τα μέλη της οργάνωσης με σκοπό την αποφυγή εντοπισμού τους κατά τον διαβατηριακό έλεγχο. Η χρηματική αμοιβή στην προκειμένη περίπτωση ξεκινούσε από 4.000 ευρώ.

Επιπλέον, σε περίπτωση μεταφοράς αλλοδαπών από χώρες της Ασίας και της Αφρικής με ενδιάμεσο σταθμό την Ελλάδα, ο διακινούμενος κατέβαλε το απαιτούμενο χρηματικό ποσό σε κάποιο κατάστημα-εγγυητήριο των μελών της οργάνωσης σε οποιαδήποτε χώρα.

Η χρηματική αμοιβή για την εν λόγω παράνομη μεταφορά κυμαινόταν από 4.000 έως 10.000 ευρώ, ενώ οι συνήθεις προορισμοί ήταν Σερβία, Μαυροβούνιο, Πορτογαλία, Ολλανδία, Κροατία, Γαλλία, Αυστρία, Βοσνία, Ιταλία, Ισπανία, Γερμανία, Σουηδία, Ουγγαρία και Βουλγαρία.

Ο δεύτερος τρόπος που χρησιμοποιούσαν τα μέλη της οργάνωσης ήταν η πεζή ή με όχημα διακίνηση των μεταναστών μέσω της Τουρκίας στην ελληνική επικράτεια.

Αρχικά αφού τους οργάνωναν σε ομάδες – γκρουπ, περνούσαν πεζή τα σύνορα από την Τουρκία στην περιοχή του Έβρου και εισέρχονταν στον ελλαδικό χώρο. Έπειτα τους επιβίβαζαν σε φορτηγά / λεωφορεία και τους μετέφεραν σε Θεσσαλονίκη ή Αθήνα, όπου και παρέμεναν για λίγο χρονικό διάστημα σε διαμερίσματα «φιλοξενίας» των μελών της οργάνωσης.

Κατά το χρονικό διάστημα παραμονής τους είτε τους καταρτούσαν πλαστό νομιμοποιητικό έγγραφο με σκοπό να παραμείνουν στον ελλαδικό χώρο είτε ξεκινούσε η διαδικασία της παράνομης μεταφοράς τους σε χώρες της Ε.Ε..

Πιο αναλυτικά, για τους αλλοδαπούς που επιθυμούσαν να μεταφερθούν παράνομα προς χώρες της Ευρώπης, ακολουθούνταν η εξής διαδικασία:

Αρχικά, τους συγκέντρωναν είτε στην Αθήνα, είτε σε περιοχή του νομού Ηλείας και στη συνεχεία, επιβιβάζονταν σε οχήματα, τα οποία κινούνταν με προορισμό τα σύνορα της Ελλάδας και ειδικότερα την Αλβανία. Από εκεί, οι μεταφορείς – συνοδοί οδηγούσαν πεζούς είτε με όχημα τους αλλοδαπούς προς την Αλβανία και εν συνεχεία προς Βοσνία ή Σερβία.

Τα μέλη της οργάνωσης παρείχαν κατευθυντήριες οδηγίες για την επιτυχία της μεταφοράς τόσο όσον αφορά στα χρήματα για την αγορά τροφίμων και των διαφόρων ειδών που θα χρειάζονταν να έχουν στην κατοχή τους, όσο και για την αποφυγή εντοπισμού τους από αστυνομικούς ή συνοριακούς ελέγχους.

Το χρηματικό ποσό για την ολοκλήρωση της παράνομης μεταφοράς κυμαινόταν από 1.250 έως 4.000 ευρώ.

Όσον αφορά στη διαμονή των υπό διακίνηση αλλοδαπών, τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης είχαν μισθώσει χώρους και διαμερίσματα, στα οποία τους τοποθετούσαν για μικρό χρονικό διάστημα μέχρι την αναχώρησή τους σε χώρες της Ευρώπης, απαιτώντας την καταβολή του χρηματικού ποσού των 100 ευρώ μηνιαίως.

Σε έρευνες που διενεργήθηκαν στο κέντρο των Αθηνών, εντοπίστηκαν 12 διαμερίσματα – χώροι που λειτουργούσαν ως «καβάτζες – ξενοδοχεία», εντός των οποίων εντοπίστηκαν περισσότεροι από 80 παράνομοι αλλοδαποί οι οποίοι συνελήφθησαν και σε βάρος τους εφαρμόστηκε το μέτρο της διοικητικής απέλασης.

Επίσης, ταυτοποιήθηκε πλήρως το δίκτυο «hawala» της οργάνωσης, αποτελούμενο από -21- καταστήματα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και εντοπίστηκαν, στο κέντρο της Αθήνας, 5 πλήρως εξοπλισμένα εργαστήρια για την κατάρτιση πλαστών εγγράφων.

Επιπλέον, από το σύνολο της προανάκρισης προέκυψε ότι, τα «αρχηγικά» μέλη είχαν εγκαθιδρύσει ένα άτυπο καθεστώς εκφοβισμού τόσο στα υπόλοιπα μέλη και συνεργάτες τους, απαιτώντας την αφοσίωση τους και αποτρέποντας τους να συνεργαστούν με άλλους, όσο και στους πελάτες αλλοδαπούς.

Από την έρευνα προκύπτει ότι τα μέλη της οργάνωσης εμπλέκονται συνολικά σε:

-2.322 παράνομες μεταφορές αλλοδαπών – μεταναστών, έναντι τουλάχιστον της χρηματικής αμοιβής των 4.000 ευρώ,

-περισσότερες από 8.000 καταρτίσεις πλαστών ταξιδιωτικών εγγράφων, έναντι τουλάχιστον της χρηματικής αμοιβής των 500 ευρώ,

-τουλάχιστον 550 διαθέσεις καταλυμάτων στους υπό αναχώρηση αλλοδαπούς.

Σε 102 συνολικά έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε οικίες και καταστήματα, σε Αττική, Θεσσαλονίκη και Ηλεία, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:

-περισσότερα από 100 κινητά τηλέφωνα,

-περισσότερες από 250 ηλεκτρονικές συσκευές (H/Y, TABLET, USBSTICKS, σκληροί δίσκοι, εκτυπωτές κ.τ.λ.),

-1.050 διαβατήρια και ταυτότητες ξένων χωρών,

-72.000 ευρώ,

-περισσότερα από 36.000 ψηφιακά αρχεία ταξιδιωτικών εγγράφων ταυτοποίησης (διαβατήρια, ταυτότητες, υδατογραφήματα διαβατηρίων – ταυτοτήτων κ.τ.λ.), τα οποία χρησιμοποιούνται ως μήτρες πλαστών ταξιδιωτικών εγγράφων,

-περισσότερα από 500 κατασχεθέντα ταξιδιωτικά έγγραφα ταυτοποίησης ξένων και ελληνικών αρχών (διαβατήρια, ταυτότητες, άδειες διαμονής, άδειες ικανότητες οδηγήσεως, κάρτες αιτήσεων ασύλου αλλοδαπών κ.τ.λ.), τα οποία είναι καταφανώς αμφιβόλου γνησιότητας,

-περισσότερα από 600 τμήματα – μήτρες εγγράφων ήτοι: εξωφύλλων και σωμάτων διαβατηρίων, αδειών διαμονής, ταυτοτήτων, λοιπών εγγράφων ταυτοποίησης κ.τ.λ.,

-πλήθος από συσκευασίες επιμερισμού ναρκωτικών ουσιών,

-4 Ζυγαριές ακριβείας,

-481,4 γραμμάρια ινδικής κάνναβης,

-38 γραμμάρια κρυσταλλικής μεθαμεταμίνης,

-8 μαχαίρια,

-3 ξίφη,

-γκλοπ,

-2 αεροβόλα όπλα,

-21 φυσίγγια διάφορων διαμετρημάτων,

-2 καραμπίνες,

-2 πιστόλια,

-περίστροφο,

-5 μοτοσυκλέτες,

-2 Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητα,

-πλήθος ιδιόχειρων σημειώσεων,

-πλήθος αεροπορικών εισιτηρίων,

-189 πλαστές σφραγίδες διάφορων Υπηρεσιών, ελληνικών αρχών, προξενικών αρχών, υπαλλήλων Υπηρεσιών,

-Μεγάλο πλήθος από τηλεφωνικές συνδέσεις διάφορων εταιριών (κάρτες SIM – GHOSTNUMBER),

-περισσότερα από 2.500 έγγραφα & αποδείξεις μεταφοράς χρηματικών ποσών.

Σημειώνεται ότι, το συνολικό παράνομο οικονομικό όφελος των μελών της οργάνωσης ξεπερνά τα 9.000.000 ευρώ.

Οι συλληφθέντες, οι οποίοι έχουν απασχολήσει κατά το παρελθόν τις διωκτικές αρχές, για ίδια ή έτερα αδικήματα, οδηγήθηκαν με τη σε βάρος τους σχηματισθείσα δικογραφία, απογευματινές ώρες σήμερα, στην αρμόδια εισαγγελική αρχή.